Κυριακή 12 Μαΐου 2019

Εισαγωγή του βιβλίου μου "Ο Ντενκτάς στο νότο: η κανονικοποίηση της διχοτόμησης στην ε/κ πλευρά"


Εισαγωγή: ιστορία, ανάγκη και επιλογές


Εάν, επιλέγουν να προστατεύσουν τα δικαιώματα των Τ/κ σε μια ξεχωριστή, ανεξάρτητη οντότητα, τότε θα πρέπει να περιοριστούν εις όσα αναλογούν στην αποκλειστική οικονομική ζώνη της εν λόγω παρανόμου οντότητας. Και συνεπώς δεν έχουν λόγο να αμφισβητούν τα κυριαρχικά δικαιώματα της Κυπριακής Δημοκρατίας.

 Νίκος Αναστασιάδης, 2/1/2018

Το παρόν βιβλίο είναι βασισμένο σε δυο δεκαετίες στενής παρακολούθησης της εξέλιξης του Κυπριακού, αρθρογραφίας και πολιτικής στράτευσης και δράσης ενάντια στη διχοτόμηση. Φέτος κλείνω τα σαράντα χρόνια ζωής και έγραψα αυτό το κείμενο στο Καϊμακλί, ένα σημείο στη Λευκωσία, που στις 3 από τις 4 πλευρές του ορίζοντα, μερικά χιλιόμετρα μπροστά μου, βρίσκεται η διαχωριστική γραμμή της χώρας μου με τη νεκρή της ζώνη. Μακάρι τα πράγματα να ήταν αλλιώς και σήμερα να ήμουν σε θέση να έγραφα ένα βιβλίο με τίτλο «Η ανατροπή της διχοτόμησης», ένα αίσθημα που είχα και την περίοδο 2003-2004 όντας μεταπτυχιακός φοιτητής Πολιτικής Κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου και έγραφα τη διατριβή μου πάνω στις τότε τρέχουσες εξελίξεις με το Σχέδιο Ανάν και το δημοψήφισμα. Τότε είχα ξεκινήσει με προκαταρκτικό τίτλο «Η ειρηνευτική διαδικασία στην Κύπρο», αλλά από την άνοιξη του 2004 ο τίτλος έγινε «Ερμηνεύοντας το ελληνοκυπριακό Όχι».

Απέφυγα να συνεχίσω συστηματικά σε ακαδημαϊκό επίπεδο την ενασχόλησή μου με το Κυπριακό και επέλεξα γενικά άλλα θέματα για την επιστημονική μου εργασία τα τελευταία 15 χρόνια. Αλλά η πολιτική δράση στο κίνημα της επανένωσης και η δημόσια αρθρογραφία μου παρέμειναν σε μεγάλο βαθμό προσανατολισμένες πάνω στη διερεύνηση και την προσπάθεια ανατροπής της διχοτόμησης – κάτι που θα συνεχίσει και μετά τη συγγραφή αυτού του βιβλίου. Καθότι το 2017 υπήρξε μια καθοριστική στιγμή στο Κυπριακό, ανάλογη με το 2004 και επειδή θεωρώ ότι τα διάφορα κομμάτια ανάλυσης που έγραψα σε διάφορες φάσεις αυτά τα 15 χρόνια έχουν σκιαγραφήσει ένα επαρκές πλαίσιο ανάλυσης, πιστεύω ότι ήρθε η ώρα να πάρουν μια πιο συνεκτική μορφή και να αρθρώσουν συνολικά ένα περιεχτικό επιχείρημα. Το βιβλίο αυτό απευθύνεται σε ένα διευρυμένο ακροατήριο και προσπαθεί να αποφύγει διάφορες ακαδημαϊκές συμβάσεις για να κρατήσει το κείμενο όσο το δυνατόν πιο βατό για τον μέσο αναγνώστη χωρίς εξειδικευμένες γνώσεις στις κοινωνικές επιστήμες ή σε βάθος γνώση του Κυπριακού.[1]

Ο στόχος του βιβλίου είναι να καταγράψει τις βασικές δυναμικές που διαμόρφωσαν το Κυπριακό μετά το 1974, ιδιαίτερα μετά το 1993, άλλη μια κομβική στιγμή στην πορεία προς τη διχοτόμηση. Δεν υιοθετεί μια ιστορική λογική, παρότι προσεγγίζει ιστορικά και αφηγείται περίπου χρονολογικά τις εξελίξεις. Η οπτική και η λογική του κειμένου εντάσσονται στο πεδίο της πολιτικής κοινωνιολογίας και προσεγγίζουν το Κυπριακό υπό το πρίσμα των σχέσεων εξουσίας στην κοινωνία, εστιάζοντας στη διάδραση μεταξύ πολιτικής ελίτ και κοινωνίας, πολιτικού συστήματος και κοινωνίας των πολιτών. Το βιβλίο εστιάζει στο ιδεολογικό πεδίο και αναλύει τις πολιτικές δυναμικές, ιδιαίτερα τις πρόσφατες, σε σχέση με την κοινωνία και την αποτύπωσή τους στη δημόσια σφαίρα. Επικενώνεται στην ελληνοκυπριακή (ε/κ) κοινότητα χωρίς όμως να παραβλέπει τις παράλληλες διεθνείς εξελίξεις αλλά ούτε και τις δυναμικές στην τουρκοκυπριακή (τ/κ) κοινότητα στον βαθμό που αυτές επηρέασαν ή ακόμη και συνέβαλαν στην πορεία προς τη διχοτόμηση.

Το ανά χείρας βιβλίο δεν φιλοδοξεί να παρουσιάσει μια συνολική και εκτεταμένη ανάλυση όλων των παραγόντων που διαμόρφωσαν το κοινωνικο-πολιτικό γίγνεσθαι στην ε/κ κοινότητα τις τελευταίες δεκαετίες σε σχέση με το Κυπριακό. Ούτε μπορεί να παραθέσει λεπτομερώς όλες τις παραμέτρους της εξέλιξης σύνθετων ζητημάτων όπως ο εθνικισμός, οι ειρηνευτικές συνομιλίες, οι διακοινοτικές σχέσεις και το διεθνές περιβάλλον. Έχει πολύ πιο περιορισμένη αναλυτική ατζέντα και πολύ πιο συγκεκριμένα ερωτήματα να θέσει. Έχει όμως τον φιλόδοξο στόχο να αρθρώσει μια γενική θεώρηση για το πώς κανονικοποιήθηκε η διχοτόμηση τα τελευταία 25, και ειδικότερα τα τελευταία 15, χρόνια. Ή για να τεθεί αντίστροφα, για το πώς η διχοτόμηση, σε μια περίοδο που ευάλωτη από γεωπολιτική, πολιτική και οικονομική άποψη, τόσο ως ισορροπία όσο και ως πλαίσιο, δεν αμφισβητήθηκε και δεν διαβρώθηκε επαρκώς. Το ανά χείρας βιβλίο έχει ως στόχο να θέσει με ειλικρίνεια το ερώτημα και να συζητήσει δημόσια και ανοιχτά ένα συγκαλυμμένο αλλά κοινό μυστικό. Η ανάλυση της κανονικοποίησης της διχοτόμησης στην ε/κ πλευρά ενέχει και ένα πολιτικό βάρος, αυτό της αντιστροφής μιας γερά θεμελιωμένης ιδεολογικής οικοδομής – για αυτόν όμως τον λόγο φέρει και μια αίσθηση απελευθέρωσης στον βαθμό που το πετυχαίνει.

Το βιβλίο χωρίζεται σε 7 κεφάλαια που πραγματεύονται διάφορες θεματικές εστιάζοντας σε περιόδους, κομβικά σημεία και πεδία που διαμόρφωσαν τους όρους κανονικοποίησης της διχοτόμησης. Το 1ο κεφάλαιο θέτει το ιστορικό πλαίσιο και εξετάζει τη δημιουργία της διχοτόμησης, εισάγοντας επίσης και εννοιολογικά ζητήματα σε σχέση με το πολιτικό σύστημα, το πολιτικό ισοζύγιο δυνάμεων και τις δυναμικές των ταυτίσεων και των ιδεολογιών σε επίπεδο κοινωνίας. Ουσιαστικά αφηγείται τις βασικές εξελίξεις της εικοσιπενταετίας 1950-1975 που οδήγησαν στον διαχωρισμό Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων. Το 2ο κεφάλαιο συζητά κοινωνιολογικά τον διαχωρισμό, όπως αυτός επιβλήθηκε σχεδόν απόλυτα την περίοδο 1975-2003, και τις συνέπειές του σε επίπεδο συλλογικής συνείδησης ανάμεσα στις δύο κοινότητες. Έχοντας σκιαγραφήσει τα βασικά ζητήματα που συγκρότησαν ιστορικά το Κυπριακό, τα επόμενα κεφάλαια που καταπιάνονται με τις πιο πρόσφατες εξελίξεις εμβαθύνουν την ανάλυση και συζητούν τις παραμέτρους της μη επίλυσής του.

Το 3ο κεφάλαιο εστιάζει στο άνοιγμα των οδοφραγμάτων και στη μεγάλη κοινωνική προοπτική που δημιούργησε το 2003, αλλά και στο πώς αυτή δεν κατάφερε να πάρει άμεση πολιτική μορφή με αποτέλεσμα να φθαρεί και να οδηγήσει ξανά στο περιθώριο εκείνες τις λογικές και τις δυνάμεις που άρθρωναν με επιμονή μια αντι-διχοτομική πολιτική στάση. Συζητά παράλληλα τη σημασία της ύπαρξης των ανοιχτών οδοφραγμάτων από το 2003 μέχρι σήμερα και την επίδρασή τους στις δια-κοινοτικές σχέσεις. Το δημοψήφισμα για το Σχέδιο Ανάν είναι το κεντρικό θέμα του 4ου κεφαλαίου λειτουργώντας ως πυλώνας πάνω στον οποίο στήνεται το βασικό επιχείρημα του βιβλίου: ότι η εδραίωση της διχοτόμησης δεν υπήρξε ούτε αυτόματη και εκ των πραγμάτων διαδικασία, ούτε συνέβη πίσω από την πλάτη της ε/κ κοινότητας. Δεν ήταν το ηχηρό Όχι στον Ανάν που εδραίωσε τη διχοτόμηση. Πιο σημαντική ήταν η απώθηση από πολλούς των συνεπειών του ηχηρού Όχι και άρα η αδυναμία τους να επεξεργαστούν εναλλακτικές πρακτικές και άλλα σενάρια τα επόμενα χρόνια. Όμως η απομυθοποίηση που επήλθε με τη διαδικασία του δημοψηφίσματος σήμανε το τέλος της ομίχλης και μαζί και το τέλος της αθωότητας για όλους.


Το 5ο κεφάλαιο  συζητά την ύστατη μάχη που δόθηκε μεταξύ ομοσπονδίας και διχοτόμησης τη δεκαετία 2007-2017 σε πολιτικό επίπεδο και το πώς, παρά τη φαινομενική νίκη των δυνάμεων της ομοσπονδίας, ήταν τελικά οι δυνάμεις της διχοτόμησης που κατάφεραν πραγματικά να επικρατήσουν και να ορίσουν το παιχνίδι. Ανασκοπεί τις εσωτερικές δυναμικές στις δύο κοινότητες, τις διεθνείς μεταβολές και τις εξελίξεις στις διαπραγματεύσεις μέχρι την κατάρρευση του τελευταίου γύρου συνομιλιών το 2017, κάνοντας διάκριση μεταξύ της τυπικής και της ουσιαστικής στάσης των διαφόρων πρωταγωνιστών, της μορφής και του περιεχομένου των δράσεων σε πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο. Στη συνέχεια, το 6ο κεφάλαιο εστιάζει στον ρόλο που διαδραμάτισαν ή μη η παιδεία και τα ΜΜΕ τόσο διαχρονικά όσο και σε κομβικές στιγμές της εξέλιξης του Κυπριακού ανοίγοντας έτσι τη συζήτηση για τις δομές και τους θεσμούς της Κυπριακής Δημοκρατίας της εκτάκτου ανάγκης και την επίδρασή τους πάνω στη συλλογική μνήμη, τις κοινωνικές αντιλήψεις και την κοινή γνώμη. Η κεντρική θεωρητική έννοια εδώ είναι το ιδιότυπο βαθύ κράτος που διαμορφώθηκε ιστορικά και αναπαράγεται συντηρώντας συγκεκριμένα κυρίαρχα ιδεολογικά και πολιτικά πλαίσια που επιδρούν σε παρόντα πολιτικό χρόνο.

Τέλος το 7ο κεφάλαιο ανοίγει την αναλυτική οπτική και συζητά πιο θεωρητικά τα προλεχθέντα και πιο συγκεκριμένα τις πολιτικές ισορροπίες και τα πολιτικά διακυβεύματα όπως διαμορφώθηκαν από τις πρόσφατες εσωτερικές και διεθνείς εξελίξεις. Πραγματεύεται τις ταξικές και πολιτικές ισορροπίες μέσα στην ε/κ κοινωνία, περιγράφει συνοπτικά τις αριστερές προσεγγίσεις και συζητά τις διάφορες γραμμές, θέσεις και σχεδιασμούς της ε/κ αστικής τάξης και τον συσχετισμό τους με τα λαϊκά και εργατικά στρώματα. Ο στόχος εδώ είναι η επεξήγηση των μετατοπίσεων, της νομιμοποίησης των πολιτικών και της αδυναμίας συγκρότησης ενός εναλλακτικού ιστορικού μπλοκ που θα μπορούσε να ανατρέψει τα διχοτομικά δεδομένα.

Στον επίλογο γίνεται μια απόπειρα να τεθεί με ιστορικούς όρους η προβληματική του βιβλίου και να γίνει μια ψύχραιμη αποτίμηση της επίδρασης που είχαν οι δρώντες διαχρονικά στην παραγωγή και αναπαραγωγή των δομών της διχοτόμησης. Αυτό αποτελεί, κατά τη γνώμη μου, υποχρέωση προς την επόμενη γενιά που έχει καταδικαστεί να ζήσει σε ένα επισφαλές περιβάλλον, σε ένα πιθανότατα επιδεινούμενο διχοτομικό στάτους κβο, όπου η διατήρηση της ειρήνης θα συνεχίσει να εξαρτάται απόλυτα και αποκλειστικά από τις διεθνείς ισορροπίες. Αξίζει να λεχθεί ότι η κατάσταση πραγμάτων, όπως διαμορφώθηκε το 1974, το εδραιωμένο διχοτομικό στάτους κβο δηλαδή, βασισμένο εσωτερικά στον εθνικισμό και τον φόβο, δεν παρέχει καμιά ασφάλεια σε συνθήκες μεταβολής αυτών των διεθνών ισορροπιών: ότι η μη λύση παγιώνει την υπαγωγή της Κύπρου στο πλέγμα των ιμπεριαλιστικών σχέσεων. ότι χωρίς την επανένωση της Κύπρου και την ανάπτυξη της συνείδησης και της πραγματικότητας των κοινών συμφερόντων Ε/κ-Τ/κ κινδυνεύουμε να ξαναγίνουμε το σημείο εξαγωγής της έντασης των ελληνο-τουρκικών μεγαλο-ιδεατισμών και του ανταγωνισμού τους.

Όσον αφορά την επιλογή του τίτλου αυτού του βιβλίου: Η ιδέα ότι το όραμα Ντενκτάς βρήκε μισό αιώνα μετά πολλούς υπέρμαχους στην ε/κ κοινότητα δεν είναι ούτε καινοφανής. Το ίδιο ισχύει και για τη διαπίστωση της κανονικοποίησης της διχοτόμησης. Αυτά έχουν λεχθεί πολλές φορές σε συγκεντρώσεις, έχουν γραφτεί σε άρθρα και έχουν εκτεθεί στη δημόσια σφαίρα. Αυτό όμως που δεν έχει γίνει μέχρι στιγμής είναι η σε βάθος ανάλυση και η συγκεκριμένη λογική και εμπειρική τεκμηρίωση αυτού του ισχυρισμού. Αυτός είναι ο διανοητικός στόχος του παρόντος βιβλίου. Το σύνθημα «ο Ντενκτάς στον νότο» το φώναξαν τα πλήθη των τ/κ του Ναι το βράδυ της ανακοίνωσης των αποτελεσμάτων του δημοψηφίσματος, αντιστρέφοντας έτσι τον εθνο-κεντρισμό που εξέφραζε και υπηρετούσε ο Ραούφ Ντενκτάς και οι συνεργάτες του. Να πάει στη νότια Κύπρο λοιπόν, εκεί που το διχοτομικό στάτους κβο έχει πιο πολλούς οπαδούς. Τις τελευταίες δύο δεκαετίες η ε/κ κοινότητα υπήρξε το κυρίαρχο πεδίο μέσα στο οποίο παίχτηκε και κρίθηκε το πολιτικό ζήτημα – αν το διχοτομικό στάτους κβο που διαμορφώθηκε το 1974 θα υπονομευόταν και θα ανατρεπόταν ή θα εδραιωνόταν.

Κλείνοντας αυτή την εισαγωγή θα επαναλάβω ότι η ιστορία δεν έχει τέλος και τα πάντα μπορούν να αλλάξουν. Το μέλλον της χώρας θα εξαρτηθεί τελικά από τους ανθρώπους της και τη δράση ή την αδράνειά τους –οι άνθρωποι φτιάχνουν τη δική τους ιστορία– σύμφωνα και με την περίφημη ρήση του Μαρξ. Σε συνθήκες όμως «δοσμένες από το παρελθόν». Αυτές τις συνθήκες από το παρελθόν είναι που καταγράφει αυτό το βιβλίο, με ρεαλισμό και μακριά από ευσεβοποθισμούς που μπορεί να θολώσουν την ανάλυση. Με άσβεστη όμως και την επιθυμία της ανατροπής της εδραίωσης της διχοτόμησης που αναδεικνύει το βιβλίο. Διότι πιστεύω ότι η «όποια διχοτόμηση», προς την οποία εργάζεται η κυρίαρχη μερίδα της ε/κ ηγεσίας και που γίνεται αποδεχτή ή/και επιθυμητή από ισχυρή μερίδα των ε/κ, δεν θα είναι ούτε βελούδινη, ούτε συμφέρουσα ούτε θα λύσει το πρόβλημα, που θα συνεχίσει να μας στοιχειώνει, έστω και αν τα επόμενα χρόνια επιβληθεί κάποια ρύθμιση στις εξωτερικές του πτυχές.




[1] Για να βοηθηθεί επιπλέον ο αναγνώστης, στο τέλος του βιβλίου περιλαμβάνεται ένα Επεξηγηματικό Γλωσσάρι στο οποίο μπορεί να ανατρέχει για κάποια βασικά ονόματα και όρους.